Ακολουθεί μια μοναδική εκδοχή του κειμένου
Την Ημέρα των Ευχαριστιών, η Μάργκαρετ, γεμάτη υπερηφάνεια για το άψογα ετοιμασμένο γεύμα της, αντιμετωπίζει μια απρόβλεπτη κρίση όταν η 5χρονη κόρη της, Μόνικα, ρίχνει τη γαλοπούλα στο πάτωμα και φωνάζει: «ΕΣΩΣΑ ΟΛΟΥΣ!». Η Μόνικα εξηγεί ότι άκουσε τη γιαγιά της, Βικτώρια, να προσθέτει κρυφά «μαύρη σκόνη» στη γαλοπούλα, με σκοπό να την καταστρέψει. Η Βικτώρια προσπαθεί να το αποδώσει σε αθώο αστείο, λέγοντας ότι ήταν απλώς πιπέρι, όμως η δικαιολογία της χάνει πειθώ, καθώς παραδέχεται ότι ήθελε να επισκιάσει τη γιορτή της Μάργκαρετ και να αποδείξει ότι μπορούσε να το κάνει καλύτερα.
Η οικογένεια είναι σοκαρισμένη και η ατμόσφαιρα γεμίζει ένταση. Ο σύζυγος της Μάργκαρετ, Ρότζερ, έξαλλος από την εξομολόγηση της Βικτώριας, αποφασίζει ότι δεν θα ξαναδιοργανώσουν οικογενειακές συγκεντρώσεις στο σπίτι τους. Παρά την οργή και τη σύγχυση, η Μάργκαρετ συνειδητοποιεί ότι η Μόνικα, με την αθωότητά της, είχε σώσει την κατάσταση, αποκαλύπτοντας το επικίνδυνο σχέδιο.
Η οικογενειακή γιορτή καταστρέφεται, αλλά η οικογένεια ανακαλύπτει μια νέα αίσθηση ενότητας. Αντί για το παραδοσιακό γεύμα, παραγγέλνουν πίτσα και μεταφέρονται στο σαλόνι, αφήνοντας πίσω την ένταση. Εκείνο το βράδυ, καθώς η Μάργκαρετ ξαπλώνει τη Μόνικα για ύπνο, συνειδητοποιεί ότι η πραγματική έννοια της οικογένειας δεν αφορά τις τέλειες παραδόσεις, αλλά την υποστήριξη και την προστασία ο ένας για τον άλλον, ακόμα κι αν η αλήθεια είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτή.
Μέσω του θάρρους της Μόνικα, η Μάργκαρετ καταλαβαίνει ότι η Ημέρα των Ευχαριστιών δεν καταστράφηκε, αλλά μεταμορφώθηκε. Η μέρα πλέον δεν έχει να κάνει με το τέλειο γεύμα, αλλά με την εμπιστοσύνη, την αγάπη και τη δύναμη να μιλήσουμε όταν πραγματικά χρειάζεται. Η οικογένεια φεύγει από τη μέρα πιο ενωμένη, όχι λόγω των παραδόσεων, αλλά λόγω της ισχυρής αλληλοϋποστήριξης.